Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

Years - Sylvia Plath

They enter as animals from the outer
Space of holly where spikes
Are not the thoughts I turn on, like a Yogi,
But greenness, darkness so pure
They freeze and are.

O God, I am not like you
In your vacuous black,
Stars stuck all over, bright stupid confetti.
Eternity bores me,
I never wanted it.

What I love is
The piston in motion -
My soul dies before it.
And the hooves of the horses,
Their merciless churn.

And you, great Stasis -
What is so great in that!
Is it a tiger this year, this roar at the door?
It is a Christus,
The awful

God-bit in him
Dying to fly and be done with it?
The blood berries are themselves, they are very still.

The hooves will not have it,
In blue distance the pistons hiss.


Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

hara kiri

tiny bursts
of salty drops
on my white shirt
looking at the ceiling
I've been drowned
in the river
of your eyes

χαρακίρι των στιγμών
η απόσταση.

Η μονοτονία
σαν διαρκές κίτρινο ή άσπρο.
Κίνηση δίχως ενέργεια.
Το ''μετά'' είναι κάθε ώρα που περνά.


18/02/2011

Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011

Παννάλευκο...

Είσαι λευκό
είσαι φως
το πρώτο του ορίζοντα.
Σ' έβαλα μέσα μου
για να σε κρατώ αναμμένη
φλόγα
φλόγα γλυκιά
κίνηση
σου χορεύω
σε ζαλίζω
κι έτσι
απλά
πέφτεις στην αγκαλιά μου.

Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

Μυστικολογίες (Arthur Rimbaud)

     Sur la pente du talus les anges tournent leurs robes de laine dans les herbages d'acier et d'émeraude.
     Des prés de flammes bondissent jusqu'au sommet du mamelon. 'A gauche le terreau de l'arête est piétiné par tous les   homicides et toutes les batailles, et tous les bruits désastreux filent leurs courbe. Derrière l'arête de droite la ligne des orients, des progrès.
     Et tandis que la bande en haut du tableau est formée de la rumeur tournante et bondissante des conques des mers et des nuits humaines,
     La douceur fleurie des étoiles et du ciel et du reste descend en face du talus, comme un panier, contre notre face, et fait l'abîme fleurant et bleu là-dessous.

Arthur Rimbaud, Illuminations


-------------------


        Πάνω στην πλαγιά οι άγγελοι ανεμίζουν τις μάλλινες ρόμπες τους μέσα σε βοσκοτόπια σιδήρου και σμαραγδιού.
     Φλογερά λιβάδια αναπηδούν ως την κορυφή της ρώγας. Στ'αριστερά το λίπασμα απ' τα σπαρτά ποδοπατήθηκε από όλους τους ανθρωποκτόνους και τις μάχες, κι όλοι οι θόρυβοι, καταστροφικοί, γνέθουν τις καμπύλες τους. Πίσω από τη δεξιά κορυφογραμμή η σειρά των ανατολών, των προόδων.
     Και ενώ η λωρίδα ψηλά στον πίνακα σχηματίστηκε από την περιστρεφόμενη και χειμαρρώδης βουή στις κόγχες των θαλασσών και στις ανθρώπινες νύχτες,
     Η γλύκα γεννά ανθισμένα αστέρια κι απ' τον ουρανό κι από αλλού κατέρχεται αντίκρυ στην πλαγιά, σαν πανέρι, αντίκρυ μας, κάνοντας την άβυσσο ν' ανθίσει μελανιάζοντας τον κόσμο εκεί κάτω.


Μετάφραση: Π. Γ.

''Όσο βαθύτερα καταδύεσαι, τόσο πιο βαθιά αναπνέεις.''

Δεν...
Δεν ήμουν ποτέ.
Είναι δυσάρεστο
είναι βραχνάς
είναι δάκρυ βρώμικο.
Ρωγμή που μόνο εγώ βλέπω
στο σπίτι που κάηκε
στο μελάνι που ξεθώριασε.
Δεν ψάχνω πια λόγο
την αιτία
δέχομαι χωρίς ν' αποδέχομαι
αποδέχομαι χωρίς άλλη επιλογή
ορχιδέα που μαράθηκε
λάμπα που κάηκε
αυτή η φωνή
φωνή - χειμώνας
εκεί γεννήθηκε
     κι έτσι τελείωσε
μ' έναν χειμώνα στην πλάτη
μ' ένα μαύρο πανωφόρι
       πεταμένο στην άκρη
είναι άσχημο να λυπάσαι
τον εαυτό σου
να τον καταπιέζεις να πονά
χωρίς λόγο
να του θυμίζεις για να πονά
;
ανάμνηση = πόνος
δυσφορία
όχι
όχι άλλη τέτοια φωνή.
καλύτερα εγώ εδώ
μακριά
         απ' τη φωνή.
Και τα μάτια.
Είναι λυπηρό
τα μάτια που χάνουν τη δύναμή τους
τα μάτια που πάντα έδειχναν τι υπήρχε μέσα
εκείνα που σε πρόδωσαν
που ερωτεύτηκες
που μίσησες
που σε άφησαν
που δεν παρακάλεσαν ποτέ.
που σε κοιτούν
κάθε μέρα
στον καθρέφτη.

Σε σβήνω
Σε σχίζω
Σε σκορπάω
Σε βουτάω
στο πεπερασμένο παρελθόν
και αφήνω καθαρό
το ατέλειωτο μέλλον
να έρθει λευκό
και παρθένο.
                                                                             28/02/2011

Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Pensées d'une insomniaque

Πόσο μπορεί να περιμένει κανείς;
Πόσο μπορεί να μαστουρώνει η ψυχή
απ' τα όνειρα
Πόσες φορές προσπάθησες να δεις
το φως
όταν τα παντζούρια έκλεισαν δυνατά
στο όνομα του ανέμου.

Φουσκωμένο περιστέρι
μέσα στο κρύο περπατά με δυσκολία.
Το χέρι μου μέσα στο δικό σου
βρέχομαι γλυκά
και δεν φοβάμαι
μόνο ρωτάω
ρωτάω
πότε θα έρθει η αιώνια άνοιξη;
διάβασα γι'αυτήν κάπου
πάντα

Πάντα μαθαίνεις
και ξεχνάς
και κάνεις τον σισύφειο κύκλο
μέχρι η ανάσα να γίνει βρόγχος
ή γέλιο.

Πόσοι λένε ψέματα στον εαυτό τους
αυτή τη στιγμή;

Πόσοι κάνουν έρωτα
Έρωτα

Πόσοι απο μας θέλουν να μάθουν
τι σημαίνει
ελευθερία.

Υπάρχει μεγαλείο στον άνθρωπο;
Τι είναι αυτή η σιωπή που φιμώνει
τις ψυχές;
Από φόβο δεν συστήνεται;

Απορώ
    Απορώ με την αγάπη
Εσύ
πόσο μπορείς ν'αγαπήσεις;

πόσο αντέχεις ν'αγαπηθείς;

Το φιλί ;

Τι θα έκανες αν σε φιλούσα;

Και η ανάγκη;
Τι είναι αυτό που δεν έχεις ανάγκη;

Σε τι μπορώ να σου φανώ άχρηστη;

Έχω σταματήσει να κοιτάζω το δρόμο πριν περάσω
καιρό τώρα.

Ποιά η ελπίδα;
Τι κερδίζεις να περιμένεις το άγνωστο;
Δεν αναμένω
Δεν φοβάμαι
Γιατί να ελπίζω;
Προτιμώ να ζω.

Η ζωή δεν έχει αύριο.
Αυτό είναι απλά μια συνθήκη
παγκόσμια.
Στην πραγματικότητα όλα παίζονται στο λεπτό
στο δευτερόλεπτο
Γράφω τώρα αυτές τις γραμμές και ξέρω
πως ίσως δεν τις διαβάσει
κανείς
ποτέ.

Τι αγαπώ;

Αν με γεμίζεις
αν με πονάς
αν με χαιδεύεις
αν με δακρύζεις
εγώ σ'αγαπώ.

Όπως ένα γυμνό στήθος
ή μια ορχιδέα στη γλάστρα
αγαπώ εσένα
το απαλό δέρμα
των φύλλων της
Την αγκαλιά μου
που δεν την έχεις ανάγκη.
Τα μουσκεμένα παπούτσια μου
και τη φωνή της μάνας μου
που ξέρω πως μια μέρα θα την ψάχνω
κλαίγοντας
              πνιγμένη στις αναμνήσεις

Τι δύσκολη που είσαι Ανάσα. . .
Τι κι αν σε βάφτησαν Ζωή
το δεύτερό σου όνομα είναι
Θάνατος. 

Τρίτη 5 Απριλίου 2011

Το τραγούδι της νύχτας, Φλέρυ Νταντωνάκη ..

http://www.youtube.com/watch?v=3uvzEGG387k

Εκεί σκορπισμένη στον ύπνο
μουσκεύει η ψυχή
θλιμμένη αγαπιέμαι από σκεύη κουζίνας και πράγματα
και κάπου στο βάθος της νύχτας αστράφτεις εσύ
σε εικόνες γεμάτες περάσματα.


Αίμα στο στόμα μου και τ' όνειρο άσπρο
μικρές αγγελίες στον τύπο διαβάζεις
μου μοιάζεις με όστρακο κι απόρθητο κάστρο
Αίμα στα πόδια μου και τ' όνειρο άσπρο
γυμνή-ξαπλωμένη να τρέχω διατάζεις
μου μοιάζεις απόμακρος και σβήνεις σαν άστρο
αίμα στο βλέμμα μου και τ' όνειρο άσπρο
στο χρώμα μπερδεύτηκα - δεν βλέπω - μ' αρπάζεις
φωνάζω σαν νήπιο μια λέξη σαν ''άσ' το''. .


Εκεί διαλυμένη στον ύπνο,
βαμμένη χρυσή με γέλια
φλερτάρω ένα σκεύος κουζίνας χαράματα
και μ' ένα μπουκάλι υγρό γεννημένο εσύ
γυμνή με δικάζεις να βάλω τα κλάματα..


'Να 'μαι '' φωνάζω μπροστά στον καθρέφτη
''γυναίκα από πέτρα με ψυχή βιασμένη''
κοιτάζω τη φάτσα μου να βλέπει τον κλέφτη
''να 'μαι '' ψελλίζω κοντά στον καθρέφτη
διακρίνω τη χλόη μου με στάχτη βαμμένη
και κει μπρος στα πόδια μου το σώμα μου πέφτει
''να 'μαι '' υστερίζω σιμά στον καθρέφτη
τον χτυπώ με γροθιά και με βλέπω σπασμένη.


Ξυπνώ μουσκεμένη
κοντά σ' ένα κάλπικο ψεύτη.


Ξυπνώ μουσκεμένη..
Creative Commons License
This work is licensed under a Creative Commons Attribution-NonCommercial-ShareAlike 3.0 Unported License.